Η αγροτική παραγωγή στην Ελλάδα έχει περιέλθει σε δεινή θέση εξαιτίας των φορολογικών και άλλων επιβαρύνσεων που η ελληνική κυβέρνηση προτίθεται να επιβάλει στις αγροτικές επιχειρήσεις.
Τέτοιες επιβαρύνσεις περιλαμβάνουν αυξήσεις στο φόρο εισοδήματος των αγροτών από το 13% στο 26%, αύξηση στην φορολόγηση των συσκευασμένων αγροτικών προϊόντων στο 26% και αύξηση του φόρου στα αγροτικά εφόδια από το 13% στο 23%.
Ωστόσο, η επέκταση της επιβάρυνσης περιλαμβάνει και μία σειρά από αντιφατικά μέτρα που όχι μόνο καθιστούν το όποιο επιχειρηματικό μοντέλο αγροτικής επιχείρησης μη βιώσιμο, αλλά και θέτουν ευθέως σε αμφισβήτηση τις πολιτικές ανταγωνισμού της ΕΕ, στρεβλώνοντας την εσωτερική αγορά αγροτικών προϊόντων, καθώς θέτουν σε δυσχερή θέση την ελληνική αγροτική επιχείρηση έναντι της αντίστοιχης ευρωπαϊκής.
Συγκεκριμένα, η ελληνική κυβέρνηση επιβάλλει προκαταβολή φόρου εισοδήματος του επόμενου οικονομικού έτους στο 100%, επιβάλλει φόρο στις χαμηλές επιδοτήσεις από την ΕΕ για ποσά κάτω των 12.000€, αυξάνει το φόρο κατανάλωσης ρεύματος και περιστέλλει την επιστροφή του φόρου κατανάλωσης στο πετρέλαιο που χρησιμοποιούν οι αγροτικές επιχειρήσεις, ενώ αυξάνει δραματικά τις ασφαλιστικές εισφορές με αυξήσεις που πρακτικά δεν έχουν καμία απολύτως ανταποδοτικότητα, αλλά καθαρά φορολογικό στόχο.
Ερωτάται η Επιτροπή:
Είναι οι επιβαλλόμενες επιβαρύνσεις στις αγροτικές επιχειρήσεις σύννομες με το ευρωπαϊκό δίκαιο περί ανταγωνισμού ή επιφέρουν στρεβλώσεις στην εσωτερική αγροτική αγορά;

Απάντηση του κ. Moscovici εξ ονόματος της Επιτροπής

Η Επιτροπή αναγνωρίζει την καθοριστική σημασία του γεωργικού τομέα για την ελληνική οικονομία. Το πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης για την περίοδο 2014-2020 προβλέπει την παροχή στήριξης για την εγκατάσταση νέων γεωργών, την ανανέωση των γενεών στη γεωργία, ιδίως στον τομέα της κτηνοτροφίας, τη δημιουργία μη γεωργικών επιχειρήσεων σε επιλεγμένους τομείς του δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα σε αγροτικές περιοχές, την περαιτέρω ανάπτυξη των υφιστάμενων μικρών γεωργικών εκμεταλλεύσεων, τις επενδύσεις σε γεωργικές εκμεταλλεύσεις, τη διασφάλιση της βιωσιμότητας και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Επιπλέον, οι ελληνικές αρχές έχουν καταρτίσει στρατηγική για την ανταγωνιστικότητα της γεωργίας, στο πλαίσιο της οποίας καθορίζονται ειδικές δράσεις για την τόνωση της ανταγωνιστικότητας του τομέα. Παράλληλα, τον Μάιο του 2016, ψηφίστηκε ένας νέος νόμος σχετικά με την αναμόρφωση των γεωργικών συνεταιρισμών και άλλων μορφών συνεργασίας των γεωργών. Χάρη σ' αυτές τις μεταρρυθμίσεις και στους μηχανισμούς χρηματοδότησης, το καθαρό εισόδημα του γεωργικού τομέα στην Ελλάδα αυξάνεται σταθερά από το 2013, και το 2015 ήταν κατά 17% υψηλότερο από ό,τι πριν από δύο χρόνια, γεγονός που δείχνει ότι ο κλάδος έχει προσαρμοστεί παρά τις δύσκολες συνθήκες στην Ελλάδα.

Όσον αφορά τα προαναφερόμενα ζητήματα, πρέπει να τονιστεί ότι, στο πλαίσιο του μνημονίου συνεννόησης που υπογράφηκε τον Αύγουστο του 2015, η σταδιακή κατάργηση της επιστροφής του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο πετρέλαιο κίνησης ντίζελ για τους αγρότες, η σταδιακή κατάργηση της προτιμησιακής φορολογικής μεταχείρισης των αγροτών στο πλαίσιο του κώδικα φορολογίας εισοδήματος και η σταδιακή εναρμόνιση των κανόνων για τις συνταξιοδοτικές παροχές που καταβάλλει ο Οργανισμός Γεωργικών Ασφαλίσεων με το υπόλοιπο συνταξιοδοτικό σύστημα αποφασίστηκαν από το Ελληνικό Κοινοβούλιο. Στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, οι εξαιρετικά χαμηλές εισφορές κοινωνικής ασφάλισης που καταβάλλουν οι γεωργοί αναμένεται πράγματι να αυξηθούν, αλλά οι γεωργοί θα δικαιούνται να λαμβάνουν παροχές που θα υπολογίζονται σύμφωνα με τις παροχές που χορηγούνται στους λοιπούς συνταξιούχους.