Το υψηλό κόστος παραγωγής είναι από τα βασικά διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής γεωργίας. Ειδικότερα, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, η δαπάνη πετρελαίου για γεωργικούς σκοπούς αποτελεί στην Ελλάδα το 14,9 % των συνολικών δαπανών παραγωγής, ενώ στην ΕΕ-28 αποτελεί το 4,2% των συνολικών δαπανών.

Ο συντελεστής ειδικού φόρου κατανάλωσης πετρελαίου είναι διπλάσιος σε σχέση με το μέσο ενωσιακό όρο, ενώ ο φόρος προστιθέμενης αξίας είναι 4 μονάδες μεγαλύτερος. Αν προστεθούν και οι υπόλοιποι φόροι, όπως το ειδικό τέλος δικαιωμάτων εκτέλεσης τελωνειακών εργασιών, το ανταποδοτικό τέλος υπέρ της ρυθμιστικής αρχής ενέργειας και η εισφορά ειδικού λογαριασμού πετρελαιοειδών, η τιμή του πετρελαίου καθιστά τους Έλληνες αγρότες μη βιώσιμους και ανταγωνιστικούς συγκριτικά με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους.

Επιπρόσθετα, με τη μη επιστροφή του ΕΦΚ στους αγρότες, στην ουσία δεν υπάρχει αγροτικό πετρέλαιο στην Ελλάδα, παρά την αρχή της ιδιαιτερότητας του τομέα.
Ερωτάται η Επιτροπή:
1. Δημιουργεί η μη σύννομη επιστροφή του ΕΦΚ και η υψηλή τιμή του πετρελαίου στρέβλωση στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και αθέμιτο ανταγωνισμό εις βάρος των Ελλήνων αγροτών;
2. Είναι εφικτή η άμεση καθιέρωση αγροτικού πετρελαίου;
3. Ποιες καλές πρακτικές κρατών μελών αναφορικά με το πετρέλαιο θα μπορούσε να ακολουθήσει η Ελλάδα, ώστε και έσοδα να έχει η χώρα, αλλά και φτηνό καύσιμο οι παραγωγοί;


Απάντηση του κ. Moscovici εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Αριθμός αναφοράς της ερώτησης: E-002631/2019

Όσον αφορά τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, η οδηγία 2003/96/ΕΚ(1) για τη φορολογία των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας προβλέπει διαφοροποιημένα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας και προαιρετικές μειώσεις φόρου και απαλλαγές, ιδίως για τα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιείται στη γεωργία. Τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να θεσπίζουν εθνικά επίπεδα φορολογίας της ενέργειας πάνω από τα ελάχιστα επίπεδα της ΕΕ και να κάνουν χρήση των διαθέσιμων φορολογικών ελαφρύνσεων ή απαλλαγών.

Στο πλαίσιο των δεσμεύσεων που αναλήφθηκαν για τη λήψη χρηματοδοτικής βοήθειας από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ) και για την επίτευξη των στόχων που έχουν καθοριστεί για το πρωτογενές πλεόνασμα, η ελληνική κυβέρνηση θέσπισε νομοθεσία για την αύξηση των φορολογικών εσόδων. Μεταξύ άλλων, η Ελλάδα διέκοψε σταδιακά τις απαλλαγές από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης που εφαρμόστηκαν στον πρωτογενή τομέα το 2015 και το 2016. Όλα τα δημοσιονομικά μέτρα που προτίθεται να λάβει η Ελλάδα για την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων μεσοπρόθεσμα, παρακολουθούνται στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου για τον συντονισμό της οικονομικής πολιτικής και του πλαισίου ενισχυμένης εποπτείας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 472/2013(2). Η ελληνική κυβέρνηση δεσμεύτηκε στα Eurogroup της 22ας Ιουνίου 2018 και της 5ης Απριλίου 2019(3) να παρακολουθεί τους δημοσιονομικούς κινδύνους και να λαμβάνει τα αντισταθμιστικά μέτρα που απαιτούνται για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων.

Όσον αφορά τα άλλα κράτη μέλη, τα επίπεδα φορολογίας στον εν λόγω τομέα ποικίλλουν.

(1) Οδηγία 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας, ΕΕ L 283 της 31.10.2003, σ. 51-70.
(2) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 472/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, για την ενίσχυση της οικονομικής και δημοσιονομικής εποπτείας των κρατών μελών στη ζώνη του ευρώ τα οποία αντιμετωπίζουν ή απειλούνται με σοβαρές δυσκολίες αναφορικά με τη χρηματοοικονομική τους σταθερότητα, ΕΕ L 140 της 27.5.2013, σ. 1.
(3) https://www.consilium.europa.eu/en/press/press-releases/2019/04/05/eurogroup-statement-on-greece-of-5-april-2019