Με τη διάταξη του άρθρου 21 ν. 4321/2015 τροποποιήθηκε η ούτως ή άλλως προβληματική για τις επιχειρήσεις διάταξη του ΚΦΕ για τις μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες. Πιο συγκεκριμένα, η παρ. ιγ' του άρθρου 23 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος ορίζει ότι στις εισαγωγές αγαθών και στην παροχή υπηρεσιών από χώρες μη συνεργάσιμες στον φορολογικό τομέα ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς θα καταβάλλεται παρακρατούμενος φόρος που αντιστοιχεί στο συντελεστή φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων επί του συνόλου της δαπάνης (σήμερα 26%). Οι φορολογούμενοι-εισαγωγείς θα έχουν ένα τρίμηνο μετά την πραγματοποίηση της συναλλαγής για να αποδείξουν ότι πρόκειται περί συνήθους συναλλαγής σε τρέχουσες τιμές. Διαφορετικά, οι δαπάνες αγοράς των αγαθών δεν θα λογίζονται ως έξοδα που εκπίπτουν κατά τον προσδιορισμό της φορολογίας εισοδήματος.

Για τη ρύθμιση ήγειρε επιφυλάξεις η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής, καθώς παραβιάζεται η αρχή της φορολογικής ισότητας, αναστρέφεται το βάρος απόδειξης της παράβασης, οδηγεί σε ευθεία νόθευση του ανταγωνισμού, ενώ παραβιάζει τη Συνθήκη ΕΚ επιβάλλοντας δασμούς ή άλλες ισοδύναμες φορολογικές επιβαρύνσεις. Μάλιστα, ο Βούλγαρος Πρωθυπουργός προειδοποίησε ήδη την κυβέρνηση για την επιβολή αντιμέτρων.

1. Είναι σύμφωνη με το κοινοτικό δίκαιο η ρύθμιση του άρθρου 21 ν. 4321/2015; 2. Ποια μέτρα προτίθεται να λάβει για την προστασία του κοινοτικού κεκτημένου στη φορολογική πολιτική;

Απάντηση του κ. Moscovici εξ ονόματος της Επιτροπής

Όσον αφορά το πρώτο ερώτημα, η Επιτροπή παραπέμπει την κα βουλευτή στην κοινή απάντησή της στις ερωτήσεις E-004775/2015, P-005524/2015, P-005559/2015, E-005771/2015 και P-005814/2015. Πέραν αυτού, τον Μάιο του 2015, η Επιτροπή έλαβε καταγγελία που υποβλήθηκε από τις βουλγαρικές αρχές σύμφωνα με το άρθρο 259 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Όσον αφορά το καθήκον της Επιτροπής που έγκειταιι στη διασφάλιση της τήρησης ενωσιακής νομοθεσίας της από τα κράτη μέλη, αξίζει να τονιστεί ότι στις περιπτώσεις των παραβάσεων του ενωσιακού δικαίου στον τομέα της άμεσης φορολογίας, η Επιτροπή δύναται να εφαρμόζει τη διαδικασία που προβλέπεται από το άρθρο 258 της ΣΛΕΕ.