Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς αρκετών ευρωπαϊκών εταιρειών, όπως η σκανδιναβική εκδοτική εταιρεία Schibsted και η εταιρεία ψηφιακής μουσικής Spotify, είναι πιθανό η Apple να καταχράται συστηματικά τη δεσπόζουσα θέση της στην αγορά εφαρμογών. Στη Σουηδία, το iPhone διαθέτει μερίδιο αγοράς ύψους 48 % και ένα μεγάλο ποσοστό του αναγνωστικού κοινού της Schibsted χρησιμοποιεί προϊόντα της Apple για να έχει πρόσβαση σε ενημερωτικό περιεχόμενο. Η Apple ζητεί να μειωθούν τα έσοδα από ψηφιακό περιεχομένο κατά 15-30 % για όλες τις συνδρομές που πωλούνται μέσω της εφαρμογής της, ενώ παράλληλα θα διατηρηθούν τα δεδομένα των πελατών για τις εν λόγω εγγραφές, γεγονός που σημαίνει ότι οι εκδότες δεν θα μπορούν να προσαρμόζουν τις υπηρεσίες τους ή να στοχεύουν σε συγκεκριμένους αναγνώστες. Επιπλέον, η Apple εξαρτά το σύστημα πληρωμών της από την πρόσβαση στο οικοσύστημα iOS, δικαιολογεί δε τις ενέργειές της υποστηρίζοντας ότι προσφέρει εκτεταμένη προβολή σε εταιρείες που είναι ήδη εγκατεστημένες σε ευρωπαϊκές αγορές. Η Spotify υπέβαλε καταγγελία κατά της «Apple» στην Επιτροπή τον Μάρτιο του 2019.

1. Σε ποιες ενέργειες έχει προβεί ή προτίθεται να προβεί η Επιτροπή για να διερευνήσει πιθανές παραβιάσεις του δικαίου ανταγωνισμού της ΕΕ από την Apple;

2. Πότε θα τροποποιήσει την ισχύουσα νομοθεσία περί ανταγωνισμού, ώστε να ληφθούν υπόψη ευρύτερα ή διάφορα ζητήματα που προκύπτουν από νέα επιχειρηματικά μοντέλα και από πιθανή επιγραμμική κυριαρχία, καθώς και να προβλεφθούν νέα κριτήρια μέτρησης της ισχύος τους επί των δεδομένων μας;


Απάντηση της εκτελεστικής αντιπροέδρου κ. Vestager
εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Αριθμός αναφοράς της ερώτησης: E-000440/2020

1. Κατόπιν της καταγγελίας της Spotify στις 19 Μαρτίου 2019, η Επιτροπή έδωσε στην Apple την ευκαιρία να υποβάλει παρατηρήσεις και ξεκίνησε προκαταρκτική έρευνα σχετικά με την εικαζόμενη αντιανταγωνιστική συμπεριφορά της Apple, προκειμένου να διαπιστώσει κατά πόσον συντρέχει παράβαση των κανόνων ανταγωνισμού της ΕΕ. Η συγκεκριμένη έρευνα βρίσκεται σε εξέλιξη.

2. Τα θεμέλια του δικαίου ανταγωνισμού της ΕΕ είναι εξίσου σημαντικά τόσο για τους ψηφιακούς όσο και για τους παραδοσιακούς κλάδους. Το δίκαιο ανταγωνισμού της ΕΕ εξυπηρετεί ικανοποιητικά την Ευρώπη, συμβάλλοντας στη δημιουργία ισότιμων όρων ανταγωνισμού, βάσει των οποίων οι αγορές εξυπηρετούν τους καταναλωτές.

Ταυτόχρονα, είναι σημαντικό οι κανόνες ανταγωνισμού να παραμείνουν κατάλληλοι για έναν κόσμο που αλλάζει γρήγορα, είναι όλο και περισσότερο ψηφιακός και πρέπει να καταστεί οικολογικότερος. Υπό αυτό το πρίσμα, η Επιτροπή εξετάζει επί του παρόντος τη λειτουργία των ισχυόντων κανόνων, συμπεριλαμβανομένης της αποτελεσματικότητας του τρόπου με τον οποίο εφαρμόζονται οι ισχύοντες κανόνες, για παράδειγμα όσον αφορά τα αντιμονοπωλιακά διορθωτικά μέτρα. Η Επιτροπή διενεργεί επίσης αξιολόγηση και επανεξέταση των ίδιων των κανόνων, ώστε να διασφαλίσει ότι ανταποκρίνονται στις σημερινές ψηφιακές και οικολογικές προκλήσεις.