Κύριοι συνάδελφοι, κύριε Επίτροπε, το προσχέδιο του προϋπολογισμού που κατατέθηκε χθες στην ελληνική Βουλή είναι τρανή απόδειξη του δημοσιονομικού αδιεξόδου στο οποίο έχει περιέλθει η Ελλάδα τον τελευταίο ενάμιση χρόνο της διακυβέρνησης από ένα αριστεροδεξιό μόρφωμα. Ενδεικτικά, το Υπουργείο Οικονομικών προβλέπει νέα μείωση 326 εκατομμυρίων EUR στις συντάξεις, 440 εκατομμυρίων EUR στο ΕΚΑΣ, νέους φόρους πάνω από 1,5 δισεκατομμύρια EUR με την ελπίδα να κλείσει το έτος με πρωτογενές πλεόνασμα 2%. Την ίδια στιγμή βέβαια, οι ίδιοι οι υπουργοί της κυβέρνησης σαμποτάρουν κάθε προσπάθεια μεταρρύθμισης που θα έφερνε επενδύσεις και κερδίζουν χρόνο, αφού εμείς τους το επιτρέπουμε, για να συνεχίζουν τη φοροεπιδρομή χωρίς να προβαίνουν σε μεταρρυθμίσεις. Τα βάρη μετατίθενται στους πολίτες και οι περιουσίες τους ξεπουλιούνται.

Το ζήτημα, ασφαλώς, δεν είναι οι ψευδαισθήσεις και ο απολυταρχισμός μιας κυβέρνησης που επιχειρεί να ελέγξει μέσα ενημέρωσης, δικαιοσύνη και τράπεζες, αλλά η υποκρισία και η απάθεια της Ευρώπης που αναβάλλει τα πάντα και όλες τις αποφάσεις για μετά τις γερμανικές εκλογές. Παίζουμε μικροπολιτικά παιχνίδια αντί να στηρίζουμε τους πολίτες, δίνουμε παρατάσεις γιατί ίσως μας βολεύει σε σχέση με το προσφυγικό.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι ανεφάρμοστος ο προϋπολογισμός και δεν μπορούμε να το αγνοήσουμε. Η ελάφρυνση του χρέους μεταφέρεται για μετά τις γερμανικές εκλογές όπως φαίνεται και θα αποδειχθεί πολύ λίγη, πολύ αργά. Στραγγαλίζεται η χώρα από παράλογες απαιτήσεις για δημοσιονομικά πλεονάσματα. Αυτό που χρειαζόμαστε αυτή τη στιγμή είναι να λύσουμε ένα πρόβλημα όχι ιδεολογικό, αλλά απλής αριθμητικής. Πριν υπάρξει δημοσιονομική κατάρρευση, πρέπει να ξεκινήσουν οι συζητήσεις για αναπροσαρμογή των στόχων των πλεονασμάτων. Είναι συζητήσεις που έπρεπε να ξεκινήσουν χθες. Οφείλουμε αλληλεγγύη και ειλικρίνεια προς στον λαό, αυτό είναι το θέμα και όχι άλλο, να σηκώνουμε σημαία αριστεροσύνης που παρασύρει ή και βολεύει κάποιους εδώ μέσα.