H ελληνική κυβέρνηση με την ψήφιση του Ν. 4387/2016, όρισε στο άρθρο 7 πως «η Εθνική Σύνταξη καταβάλλεται στους δικαιούχους εφόσον διαμένουν μόνιμα και νόμιμα στην Ελλάδα για τουλάχιστον δεκαπέντε έτη, μεταξύ του 15ου έτους ηλικίας και του έτους κατά το οποίο συμπληρώνουν το προβλεπόμενο όριο ηλικίας καταβολής της σύνταξης» και «το ποσό της μειώνεται για τους συνταξιούχους λόγω γήρατος κατά 1/40 για κάθε χρόνο που υπολείπεται των σαράντα ετών διαμονής στην Ελλάδα, μεταξύ του 15ου έτους της ηλικίας και του έτους κατά το οποίο συμπληρώνουν το προβλεπόμενο όριο ηλικίας καταβολής της σύνταξης». Δηλαδή, με την συγκεκριμένη ρύθμιση, η κυβέρνηση εισάγει δυσμενή διάκριση μεταξύ των πολιτών τρίτων χωρών και των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παραβιάζοντας κατάφωρα το ελάχιστο όριο αξιοπρεπούς διαβίωσης των συγκεκριμένων πολιτών, καθώς μπορεί για πολίτες τρίτων χωρών να προκύψει σύνταξη μικρότερη από την ελληνική εθνική σύνταξη. Σίγουρα δε μικρότερη από την αντίστοιχη πολιτών της ΕΕ που έχουν τα ίδια έτη ασφάλισης.

Ερωτάται η Επιτροπή:
1. Η θέση ως κριτήριου των ετών παραμονής στη χώρα και όχι μόνο των εισφορών και των ετών ασφάλισης παραβιάζει τις αρχές της Ένωσης σχετικά με την ελευθερία μετακίνησης και διαμονής;
2. Ποιες πρωτοβουλίες σκοπεύει να αναλάβει η Επιτροπή, προκειμένου να μη θιγεί το θεσμοθετημένο ελάχιστο όριο αξιοπρεπούς διαβίωσης, αφού η σύνταξη των συγκεκριμένων πολιτών μπορεί ενίοτε να ανέρχεται ακόμη και στα 300 ευρώ;