Το διπλό claw back που επιβάλλεται στη φαρμακευτική αγορά βρίσκεται στο επίκεντρο της ερώτησης της Ευρωβουλευτού Εύας Καϊλή προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Συγκεκριμένα, όπως εξηγεί στο Virus η κ. Καϊλή, πρέπει να διευκρινιστεί αν αυτό το διπλό clawback, που καταλήγει να πλήττει όλους τους μετέχοντες του ελληνικού συστήματος υγείας, είναι νόμιμο και συμβατό με τις αρχές του εσωτερικού ανταγωνισμού (εδώ).

Κ. Καϊλή, τι ήταν αυτό που σας ώθησε να υποβάλλεται την ερώτηση;

Είναι αναμφισβήτητο πως στο χώρο της Υγείας έπρεπε να υπάρξει εξορθολογισμός των δαπανών, παράλληλα όμως πάντα με ριζικές τομές που λύνουν τα προβλήματα. Αυτή τη στιγμή εφαρμόζεται στην Υγεία η «εύκολη» λύση των οριζόντιων περικοπών με την επιβολή διπλού clawback. Έτσι όμως κανείς γιατρός δεν έχει λόγο και κίνητρο να τηρεί τους προϋπολογισμούς των νοσοκομείων, κανένας δεν έχει λόγο και κίνητρο να ελέγχει τη συνταγογράφηση μιας και τις όποιες υπερβάσεις θα τις πληρώσει κάποιος άλλος. Χτυπιέται έτσι τυφλά ο δεύτερος πιο εξαγωγικός κλάδος μιας χώρας που έχει τόσο σήμερα ανάγκη την εξωστρέφεια – το φάρμακο – που απασχολεί άμεσα και έμμεσα εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους και αποτελεί τελικά μόνο το 20% της συνολικής δαπάνης για την Υγεία. Το υπόλοιπο 80% της δαπάνης αφήνεται αλώβητο από την Κυβέρνηση. Και όλο αυτό συμβαίνει λόγω απροθυμίας (ανικανότητας; Ιδεοληψίας;) της Κυβέρνησης να υλοποιήσει συγκεκριμένες και – εν πολλοίς – συμφωνημένες δομικές μεταρρυθμίσεις στο σύστημα.

Τελικά όμως το λογαριασμό της ανεπάρκειας της κυβέρνησης πληρώνει ο πολίτης. Επειδή η ζήτηση για φάρμακα είναι γενικά σταθερή σε κάθε χώρα, το κόστος τελικά μεταφέρεται στα νοικοκυριά. Για κάθε 100 ευρώ που δαπανώνται σήμερα στην Υγεία, εμείς οι πολίτες πληρώνουμε 31 ευρώ άμεσα από το διαθέσιμο εισόδημά μας, χωρίς να υπολογίζουμε τι άλλο πληρώνουμε από τους φόρους μας. Αυτό δεν είναι βιώσιμο για κανένα.

Ποια είναι η αίσθηση και η γνώμη των συναδέλφων σας στο Ευρωκοινοβούλιο γύρω από τις κινήσεις της ελληνικής κυβέρνησης στο χώρο της Υγείας και των δαπανών της;

Είναι ολοφάνερο σε όλους πως δεν υπάρχει καμία απολύτως πολιτική βούληση για ουσιαστικές παρεμβάσεις στην Υγεία με μακροχρόνιο ορίζοντα. Αυτό «βγαίνει» και από τους εποπτεύοντες θεσμούς. Υπάρχει μόνο μια καθημερινή κακή διαχείριση που βασίζεται σε πελατειακές λογικές, γνωρίζετε όλοι τι συμβαίνει με τον ορισμό νέων διοικήσεων στα νοσοκομεία, γενικόλογες αναφορές σε ανάπτυξη της πρωτοβάθμιας φροντίδας Υγείας χωρίς σχέδιο και κοστολόγηση. Αντίστοιχα και στη φαρμακευτική πολιτική η λογική είναι ξεκάθαρα τιμωρητική χωρίς να χρησιμοποιούνται οι δυνατότητες που έχουν αξιοποιήσει άλλες χώρες όπως για παράδειγμα η αύξηση των κλινικών μελετών, η ίδρυση οργανισμού αξιολόγησης της τεχνολογίας της υγείας, η διείσδυση γενόσημων φαρμάκων, η αξιοποίηση των δεδομένων της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης, το horizon scanning και οι διαπραγματεύσεις με τις εταιρείες σε σωστή βάση. Αντί όλων αυτών επιβάλλονται αναγκαστικά πρόστιμα που καθιστούν μη ανταγωνιστικό το φαρμακευτικό κλάδο της χώρας. Επιπλέον, η χώρα αυτή την περίοδο αντιμετωπίζει το προσφυγικό ζήτημα που θα επιβαρύνει επιπλέον το σύστημα υγείας της χώρας με εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ. Έχει γίνει κάποια ενέργεια ή προετοιμασία ώστε να εξασφαλιστούν από ευρωπαϊκά κονδύλια τα χρήματα αυτά? Θα μου επιτρέψετε να αμφιβάλλω.

Τι μπορεί να επιτευχθεί μέσα από την κίνηση σας αυτή; Υπάρχουν περιθώρια αντίδρασης σε κοινοτικό επίπεδο για την αλλαγή πλεύσης στο θέμα;

Οι θεσμοί που εποπτεύουν την εφαρμογή του τρίτου μνημονίου στον τομέα της Υγείας πρέπει να επιμείνουν στην εφαρμογή των απαραίτητων και συμφωνημένων μεταρρυθμίσεων. Οι Έλληνες πολίτες, εργαζόμενοι, συνταξιούχοι και ειδικά οι ασθενείς, σε δύσκολους καιρούς, δικαιούνται την καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των κοινωνικών πόρων και την μεγιστοποίηση των παροχών υγείας. Παράλληλα, οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, ελληνικές και διεθνείς, που παρέχουν θέσεις εργασίας, έρευνα και ανάπτυξη, πρέπει να αφεθούν να λειτουργήσουν σ’ ένα περιβάλλον υγιές, με ξεκάθαρους κανόνες, σταθερότητα και όχι με τιμωρητικές λογικές και εξαναγκασμό όπως είναι η πρωτοφανής και τρανταχτή περίπτωση των διπλών clawback. Από τη δική μας πλευρά, είναι καθήκον μας να αναδεικνύουμε όλα αυτά τα κακώς κείμενα σε ευρωπαϊκό επίπεδο και να προτείνουμε λύσεις όπου χρειάζεται. Σ’ αυτό το πλαίσιο ρωτάμε την Επίτροπο Ανταγωνισμού, κα Vestager, αν – αρχικά – είναι νόμιμο και συμβατό με το κεκτημένο του εσωτερικού ανταγωνισμού αυτό το διπλό clawback που καταλήγει να πλήττει όλους τους μετέχοντες του Ελληνικού συστήματος υγείας.

ΠΗΓΗ: http://virus.com.gr/e-kaili-sti-farmakeftiki-politiki-logiki-ine-xekathara-timoritiki-sinentefxi-sto-virus/