Τα τελευταία χρόνια, λόγω και της μεταναστευτικής κρίσης, έχει παρατηρηθεί επανεμφάνιση και έξαρση κρουσμάτων, με θανατηφόρα μάλιστα περιστατικά, ασθενειών όπως ιλαρά, μηνιγγίτιδα, που μέχρι πρόσφατα είχαν εκλείψει χάρη στον εμβολιασμό του πληθυσμού.

Σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, τα κρούσματα της ιλαράς στην Ευρώπη το 2018 έχουν ξεπεράσει κάθε προηγούμενο. Περισσότεροι από 41 000 άνθρωποι νόσησαν μέσα στο πρώτο εξάμηνο, εκ των οποίων 37 έχασαν τη ζωή τους. Το 80% των ατόμων που νοσούν από ιλαρά είναι εντελώς ανεμβολίαστα. Στην Ελλάδα, με 4 θανάτους από την ασθένεια, ο νόμος που αφορά στον υποχρεωτικό εμβολιασμό των παιδιών και νηπίων για την εγγραφή τους στα σχολεία, ο οποίος συνιστά το μοναδικό μέσο πίεσης της πολιτείας προς τους γονείς για τον εμβολιασμό, παρουσιάζει σημαντικό κενό, ενισχύοντας έτσι το αντιεμβολιαστικό κίνημα και ενθαρρύνοντας τους γονείς προς αυτό. Τα αρμόδια Υπουργεία, Υγείας και Παιδείας, «νίπτουν τας χείρας τους», καθώς δεν παίρνουν σαφή και ξεκάθαρη θέση στο ζήτημα, εντείνοντάς το. Οι συνέπειες όμως προβλέπονται σοβαρές.

Ερωτάται η Επιτροπή:

Πώς σκοπεύει η ΕΕ να αντιμετωπίσει το σοβαρό ζήτημα του αντιεμβολιασμού και των συνεπειών του και την έξαρση των ασθενειών στην Ευρώπη;

Η άρνηση των γονέων στον εμβολιασμό, συνιστά παραβίαση του θεμελιώδους δικαιώματος των παιδιών στην υγεία;